Φτάσαμε αισίως στο 2016 και ακόμη και σήμερα ο στρεβλός τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η αγορά ηλεκτρισμού και υπολογίζονται οι τιμές, οδηγεί εκ νέου σε συσσώρευση προβλημάτων κάτω από το χαλί, αποτελώντας τροχοπέδη για την ανάπτυξη του κλάδου της πράσινης ενέργειας.
Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο επίκαιρο καθώς στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές για το κλείσιμο της αξιολόγησης έχει επανέλθει στο προσκήνιο το έλλειμμα του ειδικού λογαριασμού των ΑΠΕ. Και μπορεί από διάφορες πλευρές να προβάλλεται το γεγονός ότι πράγματι υπάρχουν κάποια «κατάλοιπα» υψηλών αποδόσεων για μεμονωμένες κατηγορίες συγκεκριμένων φωτοβολταϊκών που επιτείνουν την κατάσταση, ωστόσο η καρδιά του προβλήματος βρίσκεται αλλού: στο στρεβλό τρόπο υπολογισμού του ΕΤΜΕΑΡ.
Αυτό επισημαίνεται εκ νέου από τους εκπροσώπους της αγοράς των ΑΠΕ, που βλέπουν ότι διαχρονικά το ζήτημα των στρεβλώσεων δεν αντιμετωπίζεται, τα παθήματα του παρελθόντος δεν έχουν γίνει μαθήματα και ο λογαριασμός «φουσκώνει» εκ νέου.
Για παράδειγμα χθες κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της μεγαλύτερης ελληνικής εταιρείας που δραστηριοποιείται στην πράσινη ενέργεια, της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, η διοίκηση του ομίλου έθεσε εκ νέου το πρόβλημα. Απαντώντας σε ερώτηση μετόχου ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Μ. Μαραγκουδάκης ανέφερε σχετικά ότι «ο λογαριασμός για τις ΑΠΕ είναι ελλειμματικός και προβλέπεται να είναι ελλειμματικός μέχρι τέλος του χρόνου. Ένας από τους λόγους είναι ο στρεβλός τρόπος υπολογισμού του ΕΤΜΕΑΡ καθώς η ΟΤΣ που χρησιμοποιείται σαν βάση δεν εκφράζει τίποτα. Είναι αριθμός μάλλον φανταστικός, που όμως πρέπει να αυξηθεί και να προσαρμοστεί ώστε να εκφράζει και τα υπόλοιπα κόστη που υπάρχουν στην αγορά».
Το πρόβλημα έχει υπογραμμιστεί πολλάκις στο παρελθόν χωρίς ωστόσο να υπάρχει κάποια ουσιαστική παρέμβαση. Έτσι σήμερα η ραγδαία πτώση της ΟΤΣ, που όμως συνεχίζει να μην αντικατοπτρίζει τα πραγματικά κόστη της αγοράς και να μην αποτυπώνει την πλήρη συνεισφορά των ΑΠΕ, οδηγεί εκ νέου σε αύξηση του ποσού που πρέπει να καλυφθεί από τον ειδικό λογαριασμό και άρα αυξάνει το έλλειμμα.
Όπως κατ’ επανάληψη έχει επισημανθεί από τους εκπροσώπους της αγοράς της πράσινης ενέργειας, οι ανταγωνιστικές ΑΠΕ, που έχουν και τη μεγαλύτερη εγχώρια προστιθέμενη αξία, συνεισφέρουν σημαντικά στη μείωση του κόστους του ηλεκτρισμού για τους καταναλωτές, ενώ παράλληλα στηρίζουν την εθνική οικονομία και την απασχόληση, καθώς συντελούν στην αποφυγή χρήσης εισαγόμενων καυσίμων. Δηλαδή υποκαθιστούν εισαγωγές και παράλληλα μειώνουν τη ρύπανση του περιβάλλοντος. Αυτή η συνεισφορά των ΑΠΕ δεν αποτυπώνεται πουθενά στη λειτουργία της αγοράς, με το πρόβλημα να έχει πιστοποιηθεί και από πρόσφατη μελέτη των ευρωπαίων ρυθμιστών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στην Ελλάδα έχουμε το τρίτο χαμηλότερο πραγματικό ύψος ενίσχυσης των ΑΠΕ.
Σε κάθε περίπτωση οι εκπρόσωποι της αγοράς ΑΠΕ έχουν ταχθεί υπέρ της υποχρεωτικής πώλησης της παραγωγής των ΑΠΕ στην ημερήσια αγορά σε τιμή που θα καθορίζεται ωριαία με ένα market premium που μπορεί να έχει διαφορετικές μορφές.
Χθες πάντως ο πρόεδρος του ΕΣΗΑΠΕ, Γ. Περιστέρης αναφερόμενος στις προοπτικές για το επόμενο διάστημα, αναφέρθηκε στις επικείμενες αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο, σημειώνοντας σχετικά ότι η ελληνική αγορά βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο καθώς δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμη το τι θα ισχύει από το 2017. Η έγκριση του ρυθμιστικού πλαισίου από τις αρμόδιες ευρωπαϊκές αρχές, όπως θα γίνει και με όλα τα σχέδια ενίσχυσης που θα υποβάλουν τα κράτη μέλη, εκτιμάται πάντως ότι μπορεί να δώσει νέα ώθηση και να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες στην αγορά της πράσινης ενέργειας.
Πηγή: